ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ

"ΜΕΤΑΛΛΙΚΕΣ ΑΝΤΑΝΑΚΛΑΣΕΙΣ"
   

Έντονα, γενναιόδωρα χρώματα, πεταμένα με περίσσια ελευθερία στον καμβά χαρακτηρίζουν τη ζωντάνια και το ιδιαίτερο πνεύμα της δουλειάς της Μίνας Βαλυράκη. Τα τρία θέματα τις έκθεσης, οι γερανοί, τα ταξί και τα Φόρμουλα Ένα, κυριολεκτικά πάλλονται από κίνηση. Το «μοντέρνο» κυριαρχεί με όλη τη σημασία του όρου: τα αντικείμενα των έργων της είναι άμεσα αναγνωρίσιμα ως έκφραση μοντερνισμού.

Το πρώτο σετ των αντικειμένων είναι οι μηχανικοί βραχίονες που χρησιμοποιούνται για την ανύψωση, δηλαδή οι βιομηχανικοί γερανοί. Εδώ, μαύρα τρίγωνα δεσπόζουν μέσα από μακρινούς ορίζοντες, υψώνονται μέσα σ’ έναν κίτρινο ουρανό. Τα σχήματα θυμίζουν την τριγωνομετρία της παιδικής μας ηλικίας, με αποτέλεσμα ο καμβάς της ζωγράφου να συντελείται από ευφάνταστες διασταυρώσεις γεωμετρικών σχημάτων. Τα μαύρα περιγράμματα, ατάκτως τοποθετημένα, αντιπαραβάλλονται με κροκί και κίτρινο του καδμίου ηλιοβασιλέματα και αποκαλύπτουν την βιομηχανική δραστηριότητα σε έντονο ρυθμό. Οι γερανοί επανέρχονται με άλλο μοτίβο – με φόντο το μπλε του κοβαλτίου και άλλες απαλότερες αποχρώσεις του μπλε. Η σειρά αυτή εμπνέεται μια πιο ήρεμη και λιγότερη άτακτη διάθεση.

Οι γερανοί είναι μία εξπρεσιονιστική απεικόνιση της οικονομικής ανάπτυξης, στο απόγειό της. Τα έργα αυτά κατορθώνουν να κάνουν το θεατή να αισθανθεί τη δύναμη και το δέος της αλματώδους παγκόσμιας ανάπτυξης της τελευταίας εικοσαετίας. Κάποιος μπορεί επίσης να εντοπίσει τη μελαγχολική πλευρά της ανάπτυξης, καθώς τα θολά αυτά ηλιοβασιλέματα είναι υπερβολικά πλούσια, κορεσμένα ίσως από τη συγκεχυμένη ενέργεια της γρήγορης οικονομικής ανάπτυξης.

Το ανεξέλεγκτο και το ανυπότακτο το οποίο αναδύεται από την έντονη προσωπικότητα της ζωγράφου και το οποίο εξιδανικεύει τα σχήματα της μοντέρνας τεχνολογίας είναι εξαιρετικά εμφανές στους πίνακες της σειράς «Φόρμουλα Ένα». Εδώ, η υπέρτατη αναγκαιότητα της σύγχρονης ζωής, το αυτοκίνητο, απεικονίζεται στην πιο extreme μορφή της, που είναι τα αγωνιστικά αυτοκίνητα. Σε αυτή τη σειρά μπορείς να ακούσεις τις μηχανές να δουλεύουν σε ιδιαίτερα υψηλές στροφές. Επικίνδυνα μεγάλα μαύρα λάστιχα προβάλλουν σαν μοντέρνα τέρατα ενάντια στο βαθυγάλανο μπλε του αυτοκινήτου. Η BMW παρουσιάζεται με λίγα σε αριθμό χρώματα, βαθύ μπλε, μπλε ουρανού, λίγο εκρού και μια πινελιά κόκκινου αλλά με τόση ένταση ώστε πετάγεται με ταχύτητα από τον καμβά και εισβάλλει στον χώρο μας. Εκεί, μία ροζ Lamborghini τρέμει, εδώ μία ασημένια McClaren τρέχει. Στην απλότητα αυτών των χρωμάτων ενυπάρχει πολλή από την καλλιτεχνική δύναμη της Μίνας.

Τι είναι ένας σύγχρονος κόσμος χωρίς αυτοκίνητα; Αδιανόητος. Το να μετατρέψεις αυτές τις μηχανές σε μοντέρνους θεούς – και να προκαλέσεις μία συζήτηση για τον τρόπο ζωής μας, υποσυνείδητα, είναι ένα αναγκαίο υπό - προϊόν της εμπειρίας των θεατών.

Αν προσδιορίζαμε τη Νέα Υόρκη από ένα αντικείμενο μοντερνισμού, εκτός από τους ουρανοξύστες, αυτό θα ήταν τα κίτρινα ταξί του Manhattan. Οι ήρωες αυτής της σειράς είναι οι μηχανικοί εργάτες της πόλης. Η Μίνα Βαλυράκη ζωγραφίζει αυτά με χαρακτηριστική άνεση. Τα ταξί προσδιορίζονται τόσο από τα δικά τους χρώματα όσο από τους σκοτεινούς πύργους του αστικού τοπίου στο οποίο αυτά τα μυθικά όντα του μοντερνισμού εξαφανίζονται. Το κόκκινο του φθορίου για τα φώτα των φρένων, το κίτρινο του λεμονιού, του κίτρου και του καδμίου για το σώμα των αυτοκινήτων, οι μαύρες και οι άσπρες γραμμές για τους ουρανοξύστες – αυτοί οι απλοί αλλά και ταυτόχρονα άκαμπτα δυναμικοί συνδυασμοί σχηματίζουν το μεγαλύτερο μέρος των «ιστοριών» της Νέας Υόρκης. Ποίος δεν ξαναερωτεύεται την Νέα Υόρκη όταν έχει μπροστά του την αστραφτερή και τόσο οικεία απεικόνιση της, με ήρωα τα ταξί;

Επίσημη και ανεπίσημη - ελεύθερα προσδιορισμένες γραμμές που καθαρά περιγράφουν το αντικείμενο της καλλιτέχνιδας και τελικά τις δικές μας εμμονές, οι οποίες ξεπηδούν από μια παράδοση εξπρεσιονισμού και pop-art - η Μίνα Βαλυράκη στέκεται στην κορυφή ενός τεράστιου έργου τέχνης το οποίο επιτυγχάνει να συγκινήσει το θεατή και να δεσμεύσει τη ματιά του. Κυνηγά βαθύτερα φιλοσοφικά ερωτήματα για τον κόσμο στον οποίο ζούμε. Οι δουλειές της γητεύουν το θεατή σε δύο επίπεδα – το συνειδητό, μέσω του χρώματος και το υποσυνείδητο μέσω του θεματικού αντικειμένου. Η έκθεσή της θυλακώνει το νου του κάθε θεατή για πολύ καιρό μετά την επίσκεσή του.


Νίκος Παπανδέου
Αθήνα, 2009